Κωνσταντίνος — I Όνομα δύο βασιλιάδων της νεότερης Ελλάδας. 1. Κ. Α’ (Κωνσταντίνος Γκλίξμπουργκ, Αθήνα 1868 – Παλέρμο, Σικελία 1923). Βασιλιάς των Ελλήνων (1913 17, 1920 22). Ήταν πρωτότοκος γιος του βασιλιά Γεωργίου Α’ και της βασίλισσας Όλγας. Έπειτα από… … Dictionary of Greek
Κοτζιάς, Κωνσταντίνος — (Αθήνα 1892 – 1951). Πολιτικός. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα και στη Ρώμη. Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα, το 1921, ίδρυσε την εφημερίδα Χρονικά. Διετέλεσε πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών, ενώ το 1928 έγινε μέλος του Ανώτατου Οικονομικού … Dictionary of Greek
Βεντήρης, Κωνσταντίνος — (Καλαμάτα 1892 – 1960).Αξιωματικός του ελληνικού στρατού, αδελφός του Γεώργιου Βεντήρη (βλ. λ.). Σε ηλικία 18 ετών κατατάχθηκε στον στρατό ως εθελοντής. Πήρε μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους, με τον βαθμό του υπαξιωματικού, και τραυματίστηκε στη… … Dictionary of Greek
Δαβάκης, Κωνσταντίνος — (Κεχριάνικα Λακωνίας 1897 – Αδριατική 1942). Στρατιωτικός. Διακρίθηκε στη μάχη της Πίνδου κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940. Ο Δ. αποφοίτησε από τη Σχολή Ευελπίδων το 1916 και συμπλήρωσε την κατάρτισή του στην Ανωτάτη Σχολή Πολέμου της… … Dictionary of Greek
Δόβας, Κωνσταντίνος — (Κόνιτσα Ηπείρου 1898 – Αθήνα 1973). Στρατιωτικός και υπηρεσιακός πρωθυπουργός (1961). Αποφοίτησε από τη σχολή Ευελπίδων (1918) και μετεκπαιδεύτηκε στην Ανώτατη Σχολή Πολέμου (1933) και στη σχολή πολέμου του Παρισιού (1935). Πήρε μέρος στον Α’… … Dictionary of Greek
Καζαντζής, Κωνσταντίνος — (Ιωάννινα 1864 – Κέρκυρα 1927).Λόγιος και πολιτικός. Αποφοίτησε από τη Ζωσιμαία σχολή και στη συνέχεια σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο Μόναχο και στο Βερολίνο, όπου αναγορεύθηκε διδάκτορας. Μετά την… … Dictionary of Greek
Κοντομύτης, Κωνσταντίνος — (9ος αι.). Βυζαντινός στρατηγός (829 842). Ήταν διοικητής του θέματος της Θράκης στα τελευταία χρόνια της βασιλείας του Θεόφιλου. Έπειτα από αυτοκρατορική διαταγή, επιτέθηκε εναντίον των Σαρακηνών πειρατών, οι οποίοι, με ορμητήριο την Κρήτη,… … Dictionary of Greek
Ράδος, Κωνσταντίνος — I (1785 – 1865). Αγωνιστής του 1821 και Φιλικός. Καταγόταν από την Ήπειρο. Σπούδασε στα Γιάννενα και στην Πίζα. Διετέλεσε στρατιωτικός διοικητής στο Ναύπλιο επί Ι. Καποδίστρια, έκτακτος επίτροπος Αργολίδας και επίτροπος της δυτικής Στερεάς… … Dictionary of Greek
Ράμφος, Κωνσταντίνος — (1776 – 1871). Αγωνιστής του 1821, φιλικός και συγγραφέας. Καταγόταν από τη Χίο. Πήρε μέρος στον Αγώνα ως υπολοχαγός του τακτικού στρατού του Γάλλου συνταγματάρχη Βαλέστρα και πολέμησε στο Ναύπλιο (1821) και στον Ακροκόρινθο (1822). Μετά τον φόνο … Dictionary of Greek
Σμολένσκης, Κωνσταντίνος — Στρατιωτικός και πολιτικός (1843 1915). Το 1857 φοίτησε στη σχολή Ευελπίδων αλλά εξαιτίας ενός επεισόδιου που δημιούργησε, υποχρεώθηκε, λίγο αργότερα, να εγκαταλείψει τις σπουδές του, τις οποίες συνέχισε στο Βέλγιο, όπου επίσης διακρίθηκε για το… … Dictionary of Greek